[…] Τρία χρόνια αργότερα, γίνεται το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967. Εκτός από το Θεμέλιο, που υποχρεώνεται να κλείσει και διαλύεται, ο Κέδρος είναι ο εκδοτικός οίκος που δέχεται το μεγαλύτερο πλήγμα. Όλα σχεδόν τα βιβλία του βρίσκονται στον INDEX και απαγορεύεται η διακίνησή τους. Από την πρώτη μέρα της δικτατορίας η πνευματική ζωή νεκρώνεται. Οι περισσότεροι συγγραφείς αποφασίζουν να σιωπήσουν. Αρνούνται να υποβάλουν τα έργα τους για έγκριση στο Γραφείο Τύπου, αρνούνται, επομένως, να δημοσιεύσουν ή να εκδώσουν. […] Ο Ρίτσος έχει συλληφθεί: εξορία στη Γυάρο, στη Λέρο, κατ’ οίκον περιορισμός στη Σάμο μέχρι το τέλος του 1970. Ο Τσίρκας, όμως, στέκει δίπλα στη Νανά. Συμβουλεύει, εμψυχώνει, προσελκύει νέους ανθρώπους. […] Η Νανά συνεχίζει πεισματικά, σαν τίποτα να μην έχει αλλάξει και, μαζί με τους συγγραφείς που τη συντροφεύουν, προσπαθεί να βρει τρόπους να σπάσει το φράγμα της λογοκρισίας. Η απόπειρα έκδοσης το 1968 ενός συλλογικού τόμου, κάτι μεταξύ ανθολογίας και περιοδικού, ματαιώνεται από τις επεμβάσεις του Γραφείου Τύπου, στο οποίο είχε υποβληθεί για έγκριση. Η προληπτική λογοκρισία αίρεται τελικά το φθινόπωρο του 1969, για να αντικατασταθεί όμως από έναν σκληρό νόμο περί Τύπου γεμάτο παγίδες και ασάφειες. Αυτή την ευκαιρία την αρπάζουν, ωστόσο, ορισμένοι συγγραφείς, που ως τότε αντιστέκονταν με τη σιωπή τους, για να εμφανιστούν ομαδικά και να δημοσιεύσουν κείμενα, τα οποία έμμεσα και υπαινικτικά στρέφονταν εναντίον της χούντας. Ο Τσίρκας είναι από τους πρωτεργάτες αυτής της κίνησης. Και η Νανά, έτοιμη να αναλάβει τον κίνδυνο της έκδοσης ενός τέτοιου βιβλίου. Έτσι δημιουργούνται τα Δεκαοχτώ Κείμενα, που υπογράφουν ισάριθμοι συγγραφείς: Γιώργος Σεφέρης, Μανόλης Αναγνωστάκης, Νόρα Αναγνωστάκη, Αλέξανδρος Αργυρίου, Θανάσης Βαλτινός, Λίνα Κάσδαγλη, Νίκος Κάσδαγλης, Αλέξανδρος Κοτζιάς, Τάκης Κουφόπουλος, Μένης Κουμανταρέας, Δ.Ν. Μαρωνίτης, Σπύρος Πλασκοβίτης, Ρόδης Ρούφος, Τάκης Σινόπουλος, Καίη Τσιτσέλη, Στρατής Τσίρκας, Θ.Δ. Φραγκόπουλος, Γιώργος Χειμωνάς. Επτά από αυτούς, για να προστατευτεί η Νανά από πιθανές διώξεις, αποφασίζουν να αναλάβουν, όπως απαιτούσε ο νόμος της χούντας, οι ίδιοι την ευθύνη της έκδοσης του τόμου. Τα ονόματά τους και οι διευθύνσεις τους αναγράφονται στην 4η σελίδα: Μανόλης Αναγνωστάκης, Αλέξανδρος Αργυρίου, Νίκος Κάσδαγλης, Αλέξανδρος Κοτζιάς, Τάκης Κουφόπουλος, Ρόδης Ρούφος, Θ.Δ. Φραγκόπουλος. Το βιβλίο κυκλοφόρησε τον Ιούλιο του 1970 και γνώρισε τεράστια επιτυχία, αν ληφθούν υπόψη τα δεδομένα της εποχής. Η πρώτη έκδοση, για την οποία τυπώθηκαν 3.000 αντίτυπα, εξαντλείται μέσα σε έναν μήνα. Στον κολοφώνα, βέβαια, αναφέρεται ένα τιράζ μόνο 1.000 αντιτύπων, επειδή υπήρχε ο φόβος της κατάσχεσης. Σε έξι μήνες έχουν εξαντληθεί τέσσερις εκδόσεις, δηλαδή 12.000 αντίτυπα. Το γεγονός γνωρίζει μεγάλη δημοσιότητα στο εξωτερικό. Οι ξένοι ραδιοφωνικοί σταθμοί αναφέρονται ενθουσιαστικά στην έκδοση του βιβλίου που, ολόκληρο ή αποσπασματικά, μεταφράζεται σε άλλες γλώσσες. Αυτή η επιτυχία ίσως απέτρεψε την κατάσχεσή του. Τα Δεκαοχτώ Κείμενα και οι δύο τόμοι που θα ακολουθήσουν, τα Νέα Κείμενα 1 (1971) και τα Νέα Κείμενα 2 (1972), συσπειρώνουν στις σελίδες τους συγγραφείς που ανήκουν πολιτικά σε όλο το φάσμα των αντιδικτατορικών δυνάμεων. Στο προσκλητήριο ανταποκρίνονται φυλακισμένοι ομότεχνοί τους με συνεργασίες διοχετευμένες κρυφά μέσα από τις φυλακές (Γ.Α. Μαγκάκης, Σπύρος Πλασκοβίτης, Στέλιος Νέστωρ, Παύλος Ζάννας), όπως επίσης συγγραφείς που μόλις έχουν αποφυλακιστεί (Αντρέας Λεντάκης, Θανάσης Παπαδόπουλος, Λευτέρης Κανέλλης), και άλλοι που έχουν αυτοεξοριστεί (Μαντώ Αραβαντινού, Τατιάνα Γκρίτση-Μιλλιέξ). Η κίνηση αυτή κορυφώνεται το 1973 με την έκδοση του μηνιαίου περιοδικού η Συνέχεια, του οποίου υπεύθυνοι εκδότες, σύμφωνα με τον νόμο, δηλώνουν ο Αλέξανδρος Αργυρίου, ο Αλέξανδρος Κοτζιάς και ο Δημήτρης Μαρωνίτης. Οκτώ τεύχη του περιοδικού κυκλοφόρησαν από τον Μάρτιο μέχρι τον Οκτώβριο του 1973. Τα γεγονότα της εξέγερσης του Πολυτεχνείου δεν επιτρέπουν να ολοκληρωθεί η έκδοση του ένατου τεύχους. Με απόφαση του χούντας ακολουθεί κατάσχεση και κλείσιμο του περιοδικού. Εν τω μεταξύ, από τον Απρίλιο ήδη, είχε συλληφθεί και βασανιστεί, τρίτη φορά στη διάρκεια της δικτατορίας, ο Δημήτρης Μαρωνίτης. Η Νανά Καλλιανέση συλλαμβάνεται αργότερα, στις 6 Μαΐου 1974, με την κατηγορία της έκδοσης κομμουνιστικών βιβλίων και της υπόθαλψης αντικαθεστωτικών κινήσεων. Τρεις εβδομάδες έμεινε σε πλήρη απομόνωση στη Γενική Ασφάλεια της οδού Μεσογείων, σ’ ένα στενό, ολοσκότεινο κελί, το κελί αριθμός 8 του ισογείου. Το γεγονός γίνεται πρώτη είδηση στο εξωτερικό και οι ξένοι ραδιοφωνικοί σταθμοί μεταδίδουν επανειλημμένως ανησυχητικά νέα για την υγεία της: έχει παραισθήσεις και απώλεια επαφής με το περιβάλλον. Την 1η Ιουνίου μεταφέρεται στις φυλακές Κορυδαλλού. Στις 19 Ιουνίου 1974, έναν μήνα περίπου πριν από την κατάρρευση του δικτατορικού καθεστώτος, δικάζεται από το στρατοδικείο και αθωώνεται. Η Νανά Καλλιανέση, ελεύθερη, επιστρέφει στην οικογένειά της, στους αγαπημένους της συγγραφείς και αναλαμβάνει πάλι τον Κέδρο με το ίδιο πάθος. Τώρα, όμως, είναι ένας διαφορετικός άνθρωπος. Η περιπέτεια της κράτησής της και οι ανακριτικές μέθοδοι στη Γενική Ασφάλεια φαίνεται ότι κλόνισαν ανεπανόρθωτα την υγεία της. Νινέττα Μακρυνικόλα |
|
|
Αφιερώνεται στη μνήμη αυτών που χάθηκαν, όσοι κι αν είναι αυτοί και ό,τι κι αν έχασαν, πόδια, μάτια, νιάτα ή τη ζωή τους ολόκληρη. Κωστούλα Μητροπούλου, Το χρονικό των τριών ημερών |
|
VI Ο θόρυβος απ’ τις ερπύστριες το ανορθωμένο τρίχωμα της νύχτας αδέρφια φώναζαν πρώτα αδέρφια αδέρφια φονιάδες φώναζαν ύστερα πληρωμένοι φονιάδες φονιάδες τραυματιοφορείς αργά πιο αργά αργά να βγεις αργά να μείνεις αργά να κάνεις πίσω κρύψε στη μέσα τσέπη σου ένα κομμάτι φωτιά κρύψε τη σημαία πρώτη πόρτα η δεύτερη η τρίτη σιγανές φωνές πατημένες θάρθει πάλι ο καιρός θάρθουν δέντρα απογεύματα στα κατώφλια με μια μπουκιά ψωμί ξεχασμένη στο στόμα μπροστά στο νέο φεγγάρι καιρός κλεισμένος που ανοίγει τους καιρούς τους δρόμους με αναμμένα λαμπιόνια εδώ ν’ ακουμπήσεις τους νεκρούς να τους σκεπάσεις με την κουβέρτα κρυώνουν κι αυτοί αν δεν τους προσέξουμε μεθαύριο θα τους κάνουμε αγάλματα τόνα με λύρα τ’ άλλο με σπαθί τ’ άλλο μ’ ένα πουλί στον ώμο και με τόνα σαντάλι του στο χέρι τα μέτρα σωστά τα κρατήσαμε ίδιο το μέτρο των συντρόφων αυτό που τόχει ο προλετάριος στην κωλότσεπη μαζί με την τσατσάρα του και το κλειδί τού σπιτιού του […] Γιάννης Ρίτσος, απόσπασμα από το ποίημα VI, από την ποιητική συλλογή Το σώμα και το αίμα |
|
|
17 Νοεμβρίου
Βαρειά σιωπή, διάτρητη απ’ τους πυροβολισμούς· πικρή πολιτεία, αίμα, φωτιά, η πεσμένη πόρτα, ο καπνός, το ξύδι ‒ ποιος θα πει: περιμένω μες απ’ το μέσα μαύρο; μικροί σκοινοβάτες με τα μεγάλα παπούτσια μ’ έναν επίδεσμο φωτιά στο κούτελο· κόκκινο σύρμα, κόκκινο πουλί, και το μοναχικό σκυλί στ’ αποκλεισμένα προάστια ενώ χαράζει η χλωμότερη μέρα πίσω απ’ τα καπνισμένα αγάλματα κι ακούγεται ακόμη η τελευταία κραυγή διαλυμένη στις λεωφόρους πάνω απ’ τα τανκς, μέσα στους σκόρπιους πυροβολισμούς, πώς μπορείτε λοιπόν να κοιμάστε; πώς μπορείτε λοιπόν να κοιμάστε; Γιάννης Ρίτσος, 17 Νοεμβρίου, από την ποιητική συλλογή Ημερολόγιο μιας βδομάδας, από τα Ποιήματα, τόμος Ζ’, Γίγνεσθαι, 1970 - 1977 |
|
|
[...] Κι αυτοί που έχουν δολοφονηθεί αδιαμαρτύρητα ή πετάχτηκαν απ’ την ταράτσα του κτιρίου μετά το πέρας των ανακρίσεων όπως γίνεται στο σινεμά κι αυτοί που αφανίστηκαν μες στη θάλασσα θέλοντας να το σκάσουν και οι καιροί αποθρασύνοντας τον ισχυρό σ’ αυτόν τον κόσμο τον παράφρονα της φυλακής. Κι αυτοί που πολτοποιήθηκαν απ’ τα τανκς μέσα στο Πολυτεχνείο ή έσκασαν απ’ τα καπνογόνα κι αυτοί που σταυρώθηκαν στα διασταυρούμενα πυρά φωνάζοντας μέχρι τον άλλο κόσμο «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ». Λευτέρης Πούλιος, απόσπασμα από το ποίημα Αθήνα, από την ποιητική συλλογή Ο γυμνός ομιλητής |
|
|
Ώρα 9 μ.μ. Σε διάστημα μιας ώρας έγιναν όλα όσα θα χρειάζονταν μια βδομάδα για να χωρέσουν άνετα με κανονική εξέλιξη των γεγονότων. Συνοπτικά: Σκοτώθηκε ένα νεαρό αγόρι αγνώστων στοιχείων που χαρακτηρίστηκε αμέσως «αναρχικός». Μ’ αυτή την ονομασία πέρασε από τον τάφο στη δημοσιότητα κι από τη δημοσιότητα στη μνήμη εκείνων που ορκίστηκαν να θυμούνται. Συγκράτησαν έτσι, το γαλάζιο τριμμένο πουκάμισό του με το σκισμένο γιακά. Το καναρινί πουλόβερ του, που ήτανε δυο νούμερα μεγαλύτερο από το δικό του, και έπλεε πάνω του σαν ξένο. Το σχήμα που είχε το στόμα του και ήταν ένα σχήμα χαμόγελου, εντελώς παράλογο και ίσως άκαιρο. Τα μάτια του δεν τα είδαν γιατί του τάκλεισε βιαστικά ο απέναντι περιπτεράς, που έτρεξε συγχρόνως με τους πυροβολισμούς και κατάπιε τη φωνή του «ρουφιάνοι το παιδί», και μόνο αρκέστηκε στη φράση «πέθανε, να ειδοποιήσουμε τους δικούς του». Κάποιος έπιασε τα δάχτυλα του παιδιού και τάτριψε στις χούφτες του αδέξια, «είναι πεθαμένος» ξαναείπε ο περιπτεράς και κατάπιε την ίδια φράση για δεύτερη φορά, «το φάγατε το παιδί, ρουφιάνοι». Και ο κόσμος που είχε μαζευτεί σε κείνο το σημείο και χάζευε διαλύθηκε βίαια από τα όργανα της τάξεως που είχαν ένα ύφος παράξενο. Κάτι ανάμεσα υπεροχή και επάρκεια. Κωστούλα Μητροπούλου, Το χρονικό των τριών ημερών |
|
|
Τα διηγήματα αυτού του βιβλίου γράφτηκαν όλα μέσα στη φυλακή από το 1969 ως τις αρχές του 1972. Ήταν έτοιμα να κυκλοφορήσουν από πέρσι το φθινόπωρο. Ωστόσο η δεύτερη φάση της δικτατορίας έκανε τη συνολική τους έκδοση αδύνατη. Οι συλλήψεις εκδοτών κι ο τρόμος στα βιβλιοπωλεία δεν επιτρέψανε παρά τη σκόρπια μόνο δημοσίευση μερικών απ’ αυτά σε περιοδικά ή ανθολογίες της εποχής. Τώρα που ήρθε ο καιρός τους, ίσως να πέρασε κιόλας. Εγώ όμως τα χρωστώ. Και, πρώτα - πρώτα, σ’ εκείνους που τους έδωσαν πρόσωπο, που τα διάβασαν κρυφά σε χειρόγραφο: Στους παλιούς φυλακισμένους του Αβέρωφ, της Αίγινας και του Κορυδαλλού. Σπύρος Πλασκοβίτης, Το συρματόπλεγμα |
|
|
Τα Διηγήματα της δοκιμασίας δημοσιεύτηκαν τα πιο πολλά στη διάρκεια της δικτατορίας (στο περιοδικό Δοκιμασία που έβγαινε τότε στα Γιάννενα από τον Γιάννη Δάλλα, τον Τάκη Καρβέλη, τον Χριστόφορο Μηλιώνη και τον Φάνη Τουλούπη). Αγωνίζονται να καταστρατηγήσουν τις απαγορεύσεις με τα δικά τους μέσα, να πραγματώσουν την έκφραση σε μια εποχή που την αντιμάχονταν και να μιλήσουν για τα ασφυχτικά αισθήματα του εγκλεισμού και της ανασφάλειας. Χριστόφορος Μηλιώνης, Τα διηγήματα της δοκιμασίας |
|
|
Ιάκωβος Καμπανέλλης, Το μεγάλο μας Τσίρκο Μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος Σκηνοθεσία: Κώστας Καζάκος Σκηνικά και κοστούμια: Φαίδων Πατρικαλάκις Θεατρικός διάκοσμος: Ευγένιος Σπαθάρης Εκτός από την Καρέζη και τον Καζάκο συμμετέχουν, επίσης, οι ηθοποιοί Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, Νίκος Κούρος, Τίμος Περλέγκας, Σπύρος Κωνσταντακόπουλος και ένας μεγάλος θίασος που κρατά τον ρόλο του λαού-χορωδών Τραγουδιστής: Νίκος Ξυλούρης
Ο Καζάκος θυμάται σχετικά: Ξεκίνησε να γράφει ο Ιάκωβος… έγραφε… έγραφε… και εγώ πήγαινα τα κείμενα στην λογοκρισία. Πήγαινα έναν πάκο χαρτιά και μου άφηναν μισό. Έγραφε ο Ιάκωβος άλλα κείμενα, τα πήγαινα και από πέντε ή έξι επεισόδια μας άφηναν ένα… Σκεφτήκαμε να τους πηγαίνουμε τα κείμενα μπερδεμένα, ήταν ο μόνος τρόπος. Τα κείμενα ήταν ασύνδετα και δεν έβγαζαν νόημα. Θυμάμαι μας έλεγαν «τι είναι αυτά που γράφει ο Καμπανέλλης; Θα καταστραφείτε!». […] Και, πράγματι, κάτι έγινε. «Η τέχνη» σημειώνει ο Χάγερ «δεν κάνει επανάσταση. Την προετοιμάζει». Παρόλο που το έργο είχε εγκριθεί από τη λογοκρισία, οι αντιδράσεις του κόσμου που συνέρρεαν μαζικά (υπολογίζεται ότι περίπου 400.000 παρακολούθησαν την παράσταση) και η συνάρθρωση των ενθουσιωδών αντιδράσεών τους με το ίδιο το κείμενο του Καμπανέλλη – ο κόσμος διέκοπτε την παράσταση για να χειροκροτήσει σε κάθε ευκαιρία – μετέτρεψαν Το μεγάλο μας τσίρκο σε πολιτική διαμαρτυρία και πράξη αντίστασης. Μπήκαν ψύλλοι στα αυτιά της αστυνομίας και οι έλεγχοι εντατικοποιήθηκαν. Διηγείται ο Καζάκος σχετικά: Τότε άρχισαν τα όργανα! Είχαμε κάθε μέρα ή δεύτερη μέρα ή τρεις φορές την εβδομάδα ανάλογα με το κέφι τους, τραβήγματα. Έρχονταν μέσα στο θέατρο Εσατζήδες με στολή, με τα γκλοπ και τα πιστόλια, έκαναν βόλτες στου διαδρόμους και κοίταζαν τον κόσμο. Η ασφάλεια με πολιτικά έγραφε ποια σημεία της παράστασης έκαναν τον κόσμο να ξεσπάει σε χειροκροτήματα και σε γέλιο. Κι ύστερα, μέσα σε αυτό το κλίμα ζυμώσεων στην Αθήνα στο οποίο έπαιξε ρόλο και το συναπάντημα και η συν-κοινωνία πολιτικού λόγου των θεατών στο Μεγάλο μας τσίρκο, κάτι ακόμα πιο σπουδαίο έγινε. Η εξέγερση του Πολυτεχνείου. Οι φοιτητές χρησιμοποίησαν συνθήματα της παράστασης, ο Ξυλούρης με τον Ξαρχάκο μπαίνουν μέσα στο Πολυτεχνείο και ο πρώτος τραγουδά το «Πότε θα κάνει ξαστεριά» μαζί τους. Τις επόμενες μέρες οι αρχές συλλαμβάνουν την Καρέζη και τον Καζάκο ως ύποπτους για συμμετοχή στην εξέγερση και τους κρατάνε, σύμφωνα με δημοσιεύματα του Τύπου, έως και τα μέσα Δεκεμβρίου. Η χούντα, φυσικά, δεν πέφτει. Ο Παπαδόπουλος φεύγει και στη θέση του έρχεται ο σκληρότερος Ιωαννίδης. Τον Ιούλιο του ’74 ο χουντικοί σε συνεργασία με την ακροδεξιά οργάνωση ΕΟΚΑ Β’ διοργανώνουν πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου στην Κύπρο και η Τουρκία δράττει την ευκαιρία να εισβάλει στο νησί. Γίνεται γενική επιστράτευση και τότε πέφτει η χούντα και έρχεται ο Καραμανλής εγκαινιάζοντας την περίοδο της Μεταπολίτευσης. Λίγες μέρες μετά, Το μεγάλο μας τσίρκο ξανανεβαίνει με τα λογοκριμένα σκετς και το τραγούδι Προσκύνημα για να τιμήσει τους νεκρούς του Πολυτεχνείου: «Μαρία απ’ τη Σπάρτη, Ορέστη απ’ το Βόλο, την κόρη μου θέλω». Στον τελευταίο χρόνο της Δικτατορίας, λοιπόν, λίγους μήνες πριν την εξέγερση του Πολυτεχνείου, στη συμβολή των οδών Πατησίων και Μάρνη, λαμβάνει χώρα μια σπουδαία πράξη αντίστασης. Η ιστορία αντί να στήσει, κατά πώς το συνηθίζει, αγάλματα για να λατρεύει και να φοβάται ο λαός ή να κάνει εθνικοπατριωτικές φιέστες για να τον νανουρίζει, γκρέμισε τα αγάλματα και ξύπνησε την πολιτική συνείδηση ως συλλογική εμπειρία — πώς αλλιώς άραγε μπορεί; Η ιστορία απεκδύθηκε το στοιχείο του μύθου, του εθνικού μύθου κι ας παρουσιάστηκε σαν ένα παραμύθι για παιδιά, και έγινε μέσο έκφρασης πολιτικού λόγου, γέφυρα συγκρότησης της μνήμης του παρελθόντος για να κατανοηθεί το παρόν, όχημα, τελικά, της ίδιας της εξέγερσης. Δανάη Καρυδάκη, Το Μεγάλο μας Τσίρκο: η ιστορία ως εξέγερση, thepressproject.gr |
|
|
|
Δεν υπάρχουν σχόλια: